ΕΠΙΤΡΑΠΕΖΙΟΙ ΘΙΑΣΟΙ
σε μαγεμένη τροχιά
πήρα το δρόμο να φύγω μα ήρθα
τίποτα δε μ’ ακουμπά
στον παράξενό μου χρόνο.
Ξέρουμε πως είναι ψέμα
μα ας γίνουμε τα δυο μας ένα
να σ’ αγκαλιάσω να μ’ αγκαλιάσεις
να ξεγελιέσαι να ξεγελιέμαι
να σ’ αγαπήσω να μ’ αγαπήσεις
έστω για λίγο για τοσοδούλι.
Σαν ζευγαρώνουν δυο βεγγαλικά
μοιάζουν με μηνύματα τηλεπαθητικά
στων προσώπων μας τις ζάρες.
Με δίχως σημαίες και δίχως ιδέες
δίχως καβάντζα καμιά
ντύθηκε η μέρα τα γούστα της νύχτας
και η ψυχή μου πηδά
στου απέραντου την ψύχρα.
Θες ν’ αγγίξεις την αλήθεια
για βγες απ’ όξω απ’ τη συνήθεια
σύρε κι έλα να με λούσεις
κι ας είμαι της καθαρευούσης
να σ’ αγκαλιάσω να μ’ αγκαλιάσεις
έστω για λίγο για τοσοδούλι.
Δρεπανηφόρα άρματα περνάν
στις τσιμεντουπόλεις του θανάτου το συμβάν
ασυγκίνητο σ’ αφήνει.
Σου ξαναδίνω το είναι μου τώρα
θωρακισμένε καιρέ
με μια σκληρή παγερή τρυφεράδα
σε πλησιάζω, μωρέ
μ’ αυταπάτες πια δεν έχω.
Ξέρουμε πως είναι ψέμα
μα ας γίνουμε τα δυο μας ένα
δες θα φτιάχνουμε στιχάκια
να περπατάν σαν καβουράκια
πλάγια κι ακριβά τα χάδια
φως αχνό μες στα σκοτάδια
Μ’ ένα μου πήδο θα σε ξαναβρώ
στο μαγκανοπήγαδο της ήττας μου περνώ
Venceremos, Venceremos.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ
ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Στο παλιό σκοτεινό και αραχνιασμένο σπίτι είχε πέσει η αυλαία του τέλους.
Υπότιτλοι δεν υπήρχαν, μόνο άναρθρες και φάλτσες κραυγές.
Οι νότες μια μια είχαν αποβληθεί και τη θέση τους πήραν ερασιτέχνες κομπάρσοι.
Τα πλαστικά λουλούδια διακοσμούσαν τους κάδους ανακύκλωσης και τα άδεια μπουκάλια περίμεναν τον επόμενο ρόλο τους.
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Το τι αγροτικό παρέλασε στο δρόμο για την έκθεση δε λέγεται!
Τα βόδια δεν υπήρχαν στην καρότσα του αγροτικού (όπως Αμερική).
Ήταν στη θέση του οδηγού και του συνοδηγού.
Γριές με ταγιέρ μιας άλλης εποχής, λουσμένες με φτηνές κολόνιες, δίχρωμες, βγαλμένες από συνοικιακά κομμωτήρια. Τα ΚΑΠΗ σε πλήρη επιστράτευση!
Το φορτηγάκι «Μεταφοραί - Εκδρομαί ο Μήτσος» έψαχνε χώρο για να παρκάρει.
Τελικά δεν τα κατάφερε. Το ίδιο συνέβη και στο φορτηγάκι «Αλλαντικά-Τυροκομικά η Μέλπω».
-Μύρισε λουκουμάδες, χαλβάς και ροδοζάχαρη. Από πού έρχονται όλες αυτές οι ωραίες μυρωδιές;
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Αυτή η πόλη τιμά τα ταλέντα της. Ταλέντα όμως δεν έχει.
Τα βραβεία ήταν λευκές κόλες χαρτί Α4 διπλωμένες σε ρολό (κάτι σαν χαρτί υγείας) δεμένες με κόκκινο φιόγκο.
Το χαρτί υγείας θα χρειαζόταν περισσότερο στο τιμώμενο πρόσωπο, που απουσίαζε.
Ήταν συνδεδεμένος με τη λεκάνη της τουαλέτας του και ουχί με το πλήθος των αναγνωστών του.
Τα πράγματα ήταν απλά όπως μας τα εξήγησαν:
Ο Σεφέρης είχε πάρει το νόμπελ ειρήνης και όχι το νόμπελ λογοτεχνίας.
Ο μεγάλος Μπιθικώτσης είχε πει: «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» και όχι ο Τσαρούχης.
Ο βαλσαμωμένος συμπολίτης ήταν ο μόνος στην Ευρώπη που ήταν ποιητής και δημοσιογράφος ενώ εγώ μπορώ να απαριθμήσω τουλάχιστον πεντακόσιους.
Και άλλα τέτοια ευτράπελα που ακούστηκαν στις τελετές βράβευσης μουσαντών καλλιτεχνών
από μουσαντούς παράγοντες.
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Ο πέρα-δώθε εξιστορούσε το βιογραφικό του. Τελικά κατέληξε πως είναι ένα τίποτα.
Τους τρελούς ο Μαρκήσιος ντε Σαντ, στο δημόσιο ψυχιατρείο, τους έκανε θίασο και απέδιδαν.
Εδώ, γιατί γίνονται μονάχα θίασος κι ούτε καν περιπλανώμενος;
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ
ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Στο παλιό σκοτεινό και αραχνιασμένο σπίτι είχε πέσει η αυλαία του τέλους.
Υπότιτλοι δεν υπήρχαν, μόνο άναρθρες και φάλτσες κραυγές.
Οι νότες μια μια είχαν αποβληθεί και τη θέση τους πήραν ερασιτέχνες κομπάρσοι.
Τα πλαστικά λουλούδια διακοσμούσαν τους κάδους ανακύκλωσης και τα άδεια μπουκάλια περίμεναν τον επόμενο ρόλο τους.
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Το τι αγροτικό παρέλασε στο δρόμο για την έκθεση δε λέγεται!
Τα βόδια δεν υπήρχαν στην καρότσα του αγροτικού (όπως Αμερική).
Ήταν στη θέση του οδηγού και του συνοδηγού.
Γριές με ταγιέρ μιας άλλης εποχής, λουσμένες με φτηνές κολόνιες, δίχρωμες, βγαλμένες από συνοικιακά κομμωτήρια. Τα ΚΑΠΗ σε πλήρη επιστράτευση!
Το φορτηγάκι «Μεταφοραί - Εκδρομαί ο Μήτσος» έψαχνε χώρο για να παρκάρει.
Τελικά δεν τα κατάφερε. Το ίδιο συνέβη και στο φορτηγάκι «Αλλαντικά-Τυροκομικά η Μέλπω».
-Μύρισε λουκουμάδες, χαλβάς και ροδοζάχαρη. Από πού έρχονται όλες αυτές οι ωραίες μυρωδιές;
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Αυτή η πόλη τιμά τα ταλέντα της. Ταλέντα όμως δεν έχει.
Τα βραβεία ήταν λευκές κόλες χαρτί Α4 διπλωμένες σε ρολό (κάτι σαν χαρτί υγείας) δεμένες με κόκκινο φιόγκο.
Το χαρτί υγείας θα χρειαζόταν περισσότερο στο τιμώμενο πρόσωπο, που απουσίαζε.
Ήταν συνδεδεμένος με τη λεκάνη της τουαλέτας του και ουχί με το πλήθος των αναγνωστών του.
Τα πράγματα ήταν απλά όπως μας τα εξήγησαν:
Ο Σεφέρης είχε πάρει το νόμπελ ειρήνης και όχι το νόμπελ λογοτεχνίας.
Ο μεγάλος Μπιθικώτσης είχε πει: «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» και όχι ο Τσαρούχης.
Ο βαλσαμωμένος συμπολίτης ήταν ο μόνος στην Ευρώπη που ήταν ποιητής και δημοσιογράφος ενώ εγώ μπορώ να απαριθμήσω τουλάχιστον πεντακόσιους.
Και άλλα τέτοια ευτράπελα που ακούστηκαν στις τελετές βράβευσης μουσαντών καλλιτεχνών
από μουσαντούς παράγοντες.
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Ο πέρα-δώθε εξιστορούσε το βιογραφικό του. Τελικά κατέληξε πως είναι ένα τίποτα.
Τους τρελούς ο Μαρκήσιος ντε Σαντ, στο δημόσιο ψυχιατρείο, τους έκανε θίασο και απέδιδαν.
Εδώ, γιατί γίνονται μονάχα θίασος κι ούτε καν περιπλανώμενος;
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει
Θα αντέξει όποιος πράγματι αντέχει
Όπου να ’ναι θα αρχίσει να βρέχει