Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

ΤΟ ΠΟΥΛΑΚΙ ΤΣΙΟΥ

ΤΟ ΠΟΥΛΑΚΙ ΤΣΙΟΥ
Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή
Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά
κάμε να σ’ ανταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο του πόθου μου
κι εγώ ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ
κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες
Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα
κι ούτε κανένας με γνώριζε.
                                                                           ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ


ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Ήταν απαράδεκτη η επίθεση στον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Στρατούλη από τραμπούκους έξω από το Ολυμπιακό στάδιο.
Ο κυβερνήτης Αντώνιος εξασκείται στη λογοτεχνία:
«Οι δάφνες μυρίζουν ωραία αλλά ξεραίνονται γρήγορα»
Μετά τις χρησιμοποιούμε σε στιφάδο, σε φακές ή σε ψάρι πλακί με ντοματούλα κοφτή και κρεμμύδι σε ροδέλες.
Ο αρχηγός Αλέξης ταξιδεύει για δώδεκα μέρες χωρίς ημερολόγιο και χωρίς μοτοσικλέτα σε χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Ο πρώτος γύρος τελείωσε. Τους δώσαμε την ευκαιρία να κάνουν καλά Χριστούγεννα,
όμως πήραν ψηλά τον αμανέ. Οι μεγάλες προσδοκίες σταμάτησαν στη Βέροια σχεδόν σε επίπεδα διασυρμού.
Τα κινούμενα σχέδια είχαν πάει στην ταβέρνα. Οι πολιτιστικές τους ανησυχίες
έφταναν μέχρι εκεί. Ο καιρός βροχερός, η υγρασία σού τσάκιζε τα κόκαλα.
Όλοι τους φορτωμένοι με ιώσεις, συνάχι, βήχα, φτάρνισμα. Ο ένας φυλαγόταν από τον άλλο για να μην κολλήσει. Όλοι ήταν φορτωμένοι με ιώσεις. Με τις ιώσεις του μυαλού τι γίνεται;
Άγνωστος μεταξύ αγνώστων σε ένα χώρο που θα ’πρεπε να τον αισθάνομαι οικείο.
Δεν ήξερα κανέναν. Δεν ήθελα να γνωρίζω κανέναν.
Βολεμένα ανθρωπάκια προσπαθούσαν να εκφράσουν με θόρυβο, με φασαρία, παλιά βαθιά χαμένα οράματα (δεν τα πίστεψαν ποτέ τους) και αναμνήσεις πνιγμένες σε αχόρταγα στομάχια, ξεχειλισμένα από τριγλυκερίδια και χοληστερίνη.
Η βδομάδα ήταν φορτισμένη, ήταν κι ο θάνατος του ποιητή.
Ποιητής είναι αυτός που αφουγκράζεται, που βλέπει το μέλλον και που πονάει περισσότερο, όχι για τον εαυτό του αλλά για τους άλλους.
Οι σωτήρες του πολιτισμού (τα λαμόγια) ήταν όλοι μαζεμένοι, εγχώριοι και εισαγόμενοι. Ο ήχος κακός. Τα λόγια έπεφταν κάτω γυμνά, ξεβράκωτα. Οι κινήσεις σκηνοθετημένες, μελετημένες, προβλέψιμες. Το κονιάκ δεν σβήνει τη θολούρα. Συναισθηματική φόρτιση… Έκλαψαν όλοι μαζί τα χάλια τους.
Ζούμε τη σύγχρονη εξορία, που δεν είναι πια οι φυλακές και τα μακρονήσια. Διαδραματίζονται όλα εντός των τειχών.
-Θέλω να ακούσω το πουλάκι Τσίου να καθαρίσουν τα αυτιά μου, να ξελαμπικάρει το μυαλό μου.
-Αλήθεια τι τρώνε στην ταβέρνα; Μήπως έπρεπε να συνευρεθώ με τα καρτούν;
Διεκδικώ την πατρότητα του κειμένου στο αφιέρωμα για τον Άλκη Αλκαίου, που δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο φύλλο στο «ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ». Επίσης παραθέτω ορισμένα συμπληρωματικά στοιχειά τα οποία συνέλλεξα από το «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ».
Ο Άλκης Αλκαίος ήταν ένας από τους σημαντικότερους ποιητές - στιχουργούς του πολιτικό-κοινωνικού τραγουδιού μας, που η παρουσία του λάμπρυνε τη μουσική σκηνή του τόπου μας. Το όνομά του το πήρε από το θείο του ΕΛΑΣίτη, που σκοτώθηκε σε ηλικία 23 χρόνων. Σπουδάζει στη Νομική Σχολή την περίοδο της χούντας και τον Αύγουστο του 1973 συλλαμβάνεται για τη δράση του και κρατείται για μήνες στην Ασφάλεια, πράγμα που επιδεινώνει την ήδη επιβαρυμένη του υγεία. Μετά τη μεταπολίτευση γίνεται μέλος του ΚΚΕ στην Οργάνωση των Δικηγόρων.

Έφτασα μέχρι τα σκαλιά σου μου φώναζε η καρδιά προχώρα
μα το μυαλό μου απαντούσε πως είναι περασμένη η ώρα
Άσε με τώρα να κοιτάζω το φωτεινό παράθυρό σου
ποιος τη ζωή σου να ζεσταίνει ποιος χαίρεται τον ουρανό σου
Άσε με μια στιγμή μονάχα και μη μου δίνεις σημασία
θα κλέψω λίγο απ’ το φως σου και θα χαθώ στην πολιτεία

                                                                                           ΑΛΚΗΣ ΑΛΚΑΙΟΣ