Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΩΣ ΝΙΩΘΕΙΣ


        ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΩΣ ΝΙΩΘΕΙΣ

Πρόεδρε ο κόσμος πεθαίνει
Με σταυρούς, με σφυροδρέπανα, με μπλακ-εντ-ντέκερ στο προσκεφάλι
Πρόεδρε…
Κάμερες κρυμμένες καταγράφουν άδειες φάτσες, η ζωή στο φωτοαντιγραφικό
Λούμπεν και πληβείοι αναλώνονται στις πιάτσες, η απόγνωση σε πρώτο Ενικό
Άμβωνες ουρλιάζουν το μεγάφωνο του μίσους, λεκιασμένες των Αγίων οι μορφές
Έδρανα και Νόμοι προστατεύουνε τους Κροίσους, χειροπέδες και πεντάπικρος καφές
Φέρνουν σκυλοπνίχτες λαοθάλασσες της φρίκης, στα αμπάρια φτώχεια και Αρμαγεδών
Πρόεδρε σου ανήκουν, είναι λάφυρα της Νίκης, που ζητούν στον ήλιο μοίρα κι εμβαδόν
Γέφυρες δακρύων άνθρωποι και κατσαρίδες, ονειρεύονται υπόγειους ουρανούς
Πρόεδρε σου λέω: Της καρέκλας σου οι βίδες μια-μια σπάζουν, με ύπουλους τριγμούς
Ισοβίως βρέχει στις ψυχές των ηττημένων, γκρίζα λάσπη, κάθε ψίθυρος βροχή
Ροζ πολυεστέρας τ’ άστρο των προσκυνημένων, που δοξάζει αίσχος και συνενοχή
Μαύρο οξειδωμένο το παγκάρι του σαράφη, πληθυσμοί στα νύχια των χρηματιστών
Μέλλον, μέλλον, μέλλον, στην εξώπορτά σου γράφει «Το κατάστημα προσωρινώς κλειστόν»
Νάυλον η σάρκα χύμα σταφ οι ζαρντινιέρες, τα αισθήματα στην πούδρα και το τζελ
Πρόεδρε η σιωπή σου σαβανώνει στους αιθέρες της οργής τα βέβηλά μου ντεσιμπέλ
Έδεμ των εμπόρων η ανθρώπινη οδύνη, οι οθόνες καπηλεύονται το φως
Πρόεδρε της πατρίδας έχεις όλη την ευθύνη, αλλ’ εσύ ποτέ δεν περπατάς σκυφτός.

                                                                                              ΚΩΣΤΑΣ ΤΡΙΠΟΛΙΤΗΣ

ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ

Πρέπει να καταλάβουν ορισμένοι ότι τίποτα δεν είναι στάνταρ.
Ακόμα κι ο Θρασύβουλος μπορεί να κερδίσει τον Ολυμπιακό στην έδρα του.
Κεκτημένα δεν υπάρχουν. Τα «ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ» όπως έλεγε και ο Ηράκλειτος και οι μικροσυντεχνίες ταράσσονται όπως θα ’λεγα εγώ.
Τι θέλουμε;
Να κυβερνάει ο παπάς, ο δάσκαλος κι ο χωροφύλακας και από κάτω να ζητωκραυγάζει ο όχλος;
Να ακούμε την Ιτιά τη λουλουδιασμένη σε τριακόσιες διασκευές και να μερακλωνόμαστε;
Να υπερασπιζόμαστε τη «φαλτσαδούρα» και τη «σαχλαμάρα» κι αν κάτι συμβεί που αξίζει, επειδή δεν το σκεφτήκαμε εμείς, να είναι απορριπτέο;
Και απορούμε μετά γιατί δεν αλλάζει ο κόσμος;
Η απάντηση είναι απλή: «διαιωνίζουμε το είδος μας».
Αυτό όμως που με ενοχλεί περισσότερο είναι ότι οι εμπειρογνώμονες, που δεν μπορούν να χωρίσουν ούτε δυο γαϊδάρων άχυρα,  πυροβολούν με ασυναρτησίες απ’ τον τύπο και το ΙΝΤΕΡΝΕΤ
Θα ’ταν φοβιστικό και επικίνδυνο αν  συνέβαινε σε μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας. Ευτυχώς είναι λίγοι οι ζηλόφθονες, οι σκοταδιστές και οι μεμψίμοιροι.
Δεν πειράζει όμως, θα συνηθίσουν…

Πώς νιώθουν οι κάτοικοι του Περάματος, της Ελευσίνας, του Ασπροπύργου,
των Λιοσίων με την δενδροφύτευση στην Κηφισιά, στην Πολιτεία, στην Εκάλη;
Όπως ένας ημίαιμος αδέσποτος σκύλος απέναντι σ’ ένα κανίς ή ένα φοξ τεριέ.
Πώς νιώθει ένας Ινδός που αναγκάζεται να πουλήσει το ένα του νεφρό για να ζήσει
την οικογένειά του;
Πώς νιώθει ένας Αφγανός μετανάστης που φτάνει στην Ιταλία κατεψυγμένος γιατί
δεν κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσό των 3.000-5.000 ευρώ για να δωροδοκεί φορτηγατζήδες
και λιμενικούς;
Πώς νιώθει ο συνταξιούχος που χρειάζεται να κάνει εγχείρηση για να ζήσει και ο κρατικός  γιατρός του ζητάει φακελάκι με υπερβολικό ποσό που δεν έχει να δώσει.
Πώς νιώθει ο άνεργος επιστήμονας που σπούδασε με κόπους και θυσίες του ιδίου και της οικογένειάς του;
Πώς νιώθει ο παραγωγός που αναγκάζεται να πουλήσει φτηνά τα προϊόντα του,
που θα καταλήξουν στα ράφια των σούπερ μάρκετ σε  τιμές υπερπολλαπλάσιες;
Πώς νιώθει ο απολυμένος που του κατάσχει η τράπεζα το σπίτι και το αυτοκίνητο
λίγες δόσεις πριν από την αποπληρωμή;
Πώς νιώθει ο μικρομεσαίος έμπορος που αναγκάζεται να κλείσει το μαγαζί του;
Πώς νιώθει ο φτωχός, ο εργάτης, ο αγρότης, ο άνεργος όταν οι αποστάσεις μεγαλώνουν κι ο πλούσιος γίνεται πλουσιότερος κι ο φτωχός φτωχότερος;
Πώς νιώθει τελικά ένας ολόκληρος λαός που εξαπατάται από τους εκπροσώπους του
με σκάνδαλα, μίζες και μυστικές συμφωνίες εξυπηρετώντας τα συμφέροντας της άρχουσας τάξης, θησαυρίζοντας μαζί της σε βάρος του ίδιου του λαού;